Προδικαστικά ερωτήματα C-447/20 και C-448/20, Instituto de Financiamento da Agricultura e Pescas IP (IFAP) κατά LM κ.λπ.
Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 – Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης – Δίωξη λόγω παρατυπιών – Άρθρο 4 – Λήψη διοικητικών μέτρων – Άρθρο 3, παράγραφος 1 – Προθεσμία παραγραφής της δίωξης – Παρέλευση προθεσμίας – Δυνατότητα επικλήσεως στο πλαίσιο της διαδικασίας αναγκαστικής εισπράξεως – Άρθρο 3, παράγραφος 2 – Προθεσμία εκτελέσεως – Δυνατότητα εφαρμογής – Έναρξη – Διακοπή και αναστολή – Διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών
Με τα συνεκδικασθέντα προδικαστικά ερωτήματα C-447/20 και C-448/20, το Supremo Tribunal Administrativo (Πορτογαλία) έθεσε ζητήματα απτόμενα της ερμηνείας και εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και συγκεκριμένα του άρθρου 3 παράγραφος 1 του κανονισμού αυτού. Ειδικότερα, τέθηκαν τα ακόλουθα ερωτήματα:
1) Αντιβαίνει στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 2988/951 εθνική ρύθμιση η οποία επιβάλλει στον δικαιούχο επιδοτήσεως το βάρος ασκήσεως δικαστικής προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου κατά της πράξεως με την οποία διατάχθηκε η επιστροφή των αχρεωστήτως εισπραχθέντων ποσών λόγω υπάρξεως παρατυπίας, με κίνδυνο η πράξη αυτή να καταστεί απρόσβλητη [...] εφόσον η προσφυγή δεν ασκηθεί εμπροθέσμως (ήτοι, σε περίπτωση που ο δικαιούχος δεν ασκήσει εμπροθέσμως τα μέσα άμυνας που έχει στη διάθεσή του δυνάμει του εθνικού δικαίου) και, κατά συνέπεια, να μπορεί να απαιτηθεί η επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού σύμφωνα με τους κανόνες και τις προθεσμίες που προβλέπει το εθνικό δίκαιο;
2) Αντιβαίνει στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 2988/95 εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία ο δικαιούχος επιδοτήσεως δεν μπορεί να επικαλεστεί την παρέλευση της τετραετούς ή οκταετούς προθεσμίας στο πλαίσιο της επισπευθείσας εις βάρος του ένδικης διαδικασίας αναγκαστικής εκτελέσεως, δεδομένου ότι το ζήτημα αυτό μπορεί να κριθεί μόνο στο πλαίσιο δικαστικής προσφυγής κατά της πράξεως με την οποία διατάχθηκε η επιστροφή των αχρεωστήτως εισπραχθέντων ποσών λόγω διαπιστώσεως παρατυπίας;
Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στα προαναφερθέντα προδικαστικά ερωτήματα:
3) Πρέπει η τριετής προθεσμία παραγραφής του άρθρου 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 2988/95 να θεωρηθεί ως προθεσμία παραγραφής οφειλής απορρέουσας από την πράξη η οποία επιτάσσει την επιστροφή ποσών αχρεωστήτως εισπραχθέντων λόγω παρατυπιών κατά τη χρηματοδότηση; Η εν λόγω προθεσμία αρχίζει να τρέχει από την ημερομηνία εκδόσεως της ως άνω πράξεως;
4) Αντιβαίνει στο άρθρο 3 του κανονισμού 2988/95 εθνική ρύθμιση κατά την οποία η τριετής προθεσμία που προβλέπεται για την παραγραφή οφειλής απορρέουσας από την πράξη η οποία επιτάσσει την επιστροφή ποσών αχρεωστήτως εισπραχθέντων λόγω παρατυπιών κατά τη χρηματοδότηση αρχίζει να τρέχει από την ημερομηνία εκδόσεως της ως άνω πράξεως, διακόπτεται με την κοινοποίηση της κινήσεως της διαδικασίας αναγκαστικής εισπράξεως των οικείων ποσών, και η αναστολή της παραμένει σε ισχύ έως ότου εκδοθεί οριστική ή τελεσίδικη απόφαση με την οποία να περατώνεται η διαδικασία σε περίπτωση υποβολής διοικητικής ενστάσεως, προβολής αντιρρήσεων, ασκήσεως προσφυγής ή ανακοπής, όταν η άσκησή τους οδηγεί σε αναστολή της εισπράξεως της οφειλής;]
Με απόφασή του της 7ης Απριλίου 2022 (EU:C:2022:265) το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι: «Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 έχει την έννοια ότι, υπό την επιφύλαξη της τηρήσεως των αρχών της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας, προκειμένου να προσβληθεί απόφαση περί ανακτήσεως αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, η οποία εκδόθηκε μετά την παρέλευση της προθεσμίας παραγραφής της δίωξης την οποία προβλέπει η διάταξη αυτή, ο αποδέκτης της αποφάσεως υποχρεούται να προβάλει την παρατυπία της εντός ορισμένης αποκλειστικής προθεσμίας ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου και δεν μπορεί πλέον να αντιταχθεί στην εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως επικαλούμενος την ίδια παρατυπία στο πλαίσιο της επισπευθείσας εις βάρος του ένδικης διαδικασίας αναγκαστικής εισπράξεως.
-Το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2988/95 έχει την έννοια ότι παράγει άμεσα αποτελέσματα στις εθνικές έννομες τάξεις, χωρίς να χρειάζεται οι εθνικές αρχές να λάβουν μέτρα εφαρμογής. Επομένως, ο αποδέκτης αποφάσεως περί ανακτήσεως των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να μπορεί να επικαλεστεί την παρέλευση της προθεσμίας εκτελέσεως του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού ή, ενδεχομένως, μιας περισσότερο εκτεταμένης, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 3, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού, προθεσμίας εκτελέσεως, προκειμένου να αντιταχθεί στην αναγκαστική είσπραξη των ποσών αυτών.
-Tο άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2988/95 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία προβλέπει ότι η προθεσμία εκτελέσεως που θεσπίζει το άρθρο αυτό αρχίζει να τρέχει από την έκδοση αποφάσεως περί επιστροφής των αχρεωστήτως εισπραχθέντων ποσών, καθόσον η προθεσμία αυτή πρέπει να αρχίζει να τρέχει από την ημέρα κατά την οποία η εν λόγω απόφαση καθίσταται οριστική, δηλαδή από την ημέρα παρελεύσεως των προθεσμιών προσβολής της ή εξαντλήσεως των ενδίκων μέσων.
-Το άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 2988/95 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η προθεσμία εκτελέσεως που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου διακόπτεται με την κλήτευση στη διαδικασία αναγκαστικής εισπράξεως της οφειλής που αποτελεί το αντικείμενο αποφάσεως περί ανακτήσεως».
Το κείμενο του συνόλου της απόφασης έχει δημοσιευθεί στον δικτυακό χώρο του Δικαστηρίου στην ακόλουθη διεύθυνση: https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=257489&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=152032